Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Θεακρίνος: Η Όπερα της Πεντάρας

Η Όπερα της Πεντάρας είναι ένα μουσικό έργο των Μπέρτολτ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ βασισμένο σε μια όπερα του Τζόν Γκέι του 18ου αιώνα, την Όπερα του ζητιάνου, και πρωτοανεβάστηκε το 1928, λίγο πριν ξεσπάσει η πρώτη μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση. Αυτό το έργο επιλέγει ο ΘΟΚ να ανεβάσει το 2013, αφού ξέσπασε μια άλλη παγκόσμια οικονομική κρίση που ταρακούνησε τους πάντες. Φυσικά ο ΘΟΚ το ανέβασε και πριν 30 χρόνια ακριβώς, το 1983.

Ας ξεκινήσουμε από την πλοκή που είναι κάπως απλή: Βρισκόμαστε στο Λονδίνο και συμβαίνουν πολλά πράγματα. Η έμφαση δίδεται στον υπόκοσμο έναν... “πλούσιο” κόσμο ο οποίος συγκρούεται με τον πάλαι δυνατό αστικό κόσμο -ο οποίος δεν είναι λιγότερο κακός από τον πρώτο. Είναι ένα έργο που προσεγγίζει πολλές αξίες ταυτόχρονα: η, αγαπημένη στον Μπρεχτ, ηθική, η φιλανθρωπία, η νομιμότητα, η διαφθορά, η υποκρισία κ.ά.

Λέμε πως το θέατρο υποβάλλει τον θεατή σε συναισθήματα ή και σκέψη από αυτό που βλέπει, αλλά ο Μπρεχτ δεν υποβάλλει, ποιητικά, δείχνει και σου μιλάει ξάστερα. Αυτό το έργο είναι μια χυλόπιτα (και μάλιστα πολιτική) την οποία τα θέατρα μέχρι σήμερα την ρίχνουν στα μούτρα μας και μας λένε “Να πως φτάσαμε ως εδώ!”.


Την προηγούμενη μέρα πήγα σε μια άλλη παράσταση με αρχή-μέση-τέλος, με συμβολισμούς και συμβάσεις. Όταν λοιπόν πήγα στην Όπερα και άνοιξαν τα φώτα πλατείας για το διάλειμμα χρειαζόμουν λίγη ώρα να αποφασίσω αν μου άρεσε ή όχι. Το έργο αυτό είναι μεγάλη πρόκληση και η παράσταση με τη σειρά της. Ήδη έχουν περάσει δυο βδομάδες απ' όταν την είδα και... “βασανίζομαι” με την κριτική αυτή ακόμη.

Σκηνοθετικά δόθηκε μια “επική”, αν μου επιτρέπετε, διάσταση. Το κείμενο προστάζει πολυπληθή θίασο και μουσική αλλά σκηνοθετικά προσεγγίστηκε και λαρτζ από κάθε πλευρά. Και πάλι δεν μπορώ να μην κάνω τη σύνδεση με παραγωγές του Robert Wilson, που παράγινε της “μόδας” (βλπ. Φάουστ του Στέφανου Δρουσιώτη). Η αίσθηση αυτή της πολυτέλειας τονίζεται φυσικά με τα σκηνικά και τα κοστούμια, τα οποία ήταν εντυπωσιακά.

Επιπλέον υπήρξε ενδιαφέρον σκηνοθετικά με την απουσία φροντιστηρίου. Δεν υπήρχαν αντικείμενα στην σκηνή πέρα από τα σκηνικά και το φλασκί της κυρίας Πίτσαμ. Αυτό συνάδει με την αισθητική Wilson φυσικά. Τέλος ήταν έντονο στοιχείο των σεξουαλικών υπονοούμενων, το έργο έχει να κάνει με την σεξουαλική εκμετάλλευση -ο Μακ διατηρεί μπουρδέλα- αλλά δεν μπορώ να κάνω άλλη σύνδεση. Η απουσία του φροντιστηρίου δεν με επηρέασε αλλά η απουσία σκηνοθετικού σημειώματος από το πρόγραμμα με επηρέασε, νιώθω λιγάκι χαμένος.

Ερμηνευτικά τώρα, οι καλύτερες σκηνές ήταν αυτές στις οποίες συμμετείχε όλος ο θίασος. Και αυτό γιατί η κινησιολογία, οι χορογραφίες, ήταν δουλεμένες στο έπακρο, τουλάχιστον αυτό φαινόταν. Κάποιοι ηθοποιοί ξεχώρισαν, και αυτό δεν είχε να κάνει με τους ρόλους. Υπήρξαν “τρίλεπτοι” ρόλοι με υπέροχη ερμηνεία και “μεγάλοι” ρόλοι με μέτρια ερμηνεία και πάει λέγοντας. Ξεχωρίζουν οι ηθοποιοί στους πρωταγωνιστικούς ρόλους χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μικρότεροι ρόλοι δεν είχαν επιτυχία, όπως η συμμορία του Μακ που ήταν εκπληκτική.


ΥΓ. Για υστερόγραφο ήθελα να γράψω λιγάκι για τα δυο εμβόλιμα κείμενα, για τα οποία φαίνεται να έγινε μεγάλο σούσουρο στους κύκλους του θεάτρου ή των κριτικών αυτού. Τα κείμενα αυτά είναι του Καρλ Βάλεντιν, ενός συνεργάτη και δασκάλου του Μπρεχτ, ενός καλλιτέχνη-περφόρμερ βαριετέ. Το πρώτο ήταν ο Πτηνέμπορος και το δεύτερο έχει τον τίτλο Τσαπατσουλιές (ο μόνος που μετέφρασε κείμενα του Βάλεντιν στα ελληνικά είναι ο Πέτρος Μάρκαρης). Μπορεί να είναι λίγο ασύνδετα με την πλοκή αλλά είναι πολύ κοντά στον Μπρέχτ. Και για όσους κατακρίνουν τα εμβόλιμα αυτά κείμενα τους απαντώ με το ίδιο το κείμενο: “Όταν εσείς είσαστε τόσο τσαπατσούληδες και δε βρίσκετε το τσεκούρι σας, που 'ναι και το σπουδαιότερο σε μια εκτέλεση, τότε κι εγώ μπορώ να είμαι πεισματάρης”.

Ταυτότητα της παράστασης:
Μετάφραση: Παύλος Μάτεσις
Σκηνοθεσία: Στέφανος Κοτσίκος
Σκηνικά – Κοστούμια: Χάρης Καυκαρίδης, Μελίτα Κούτα
Μουσική διδασκαλία – Μουσικός: Σάββας Σάββα
Κίνηση – Χορογραφία: Φώτης Νικολάου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Κουκουμάς
Βοηθός σκηνοθέτη: Λέανδρος Ταλιώτης
Βοηθός σκηνογράφου: Θέλμα Κασουλίδου
Μακιγιάζ: Γιώργος Βαβανός
Κομμώσεις: Μάριος Νεοφύτου

Ερμηνεύουν (με αλφαβητική σειρά):
Προκόπης Αγαθοκλέους, Δημήτρης Αντωνίου, Μαργαρίτα Ζαχαρίου, Λουκάς Ζήκος, Βαλεντίνος Κόκκινος, Γιώργος Κυριάκου, Παναγιώτης Λάρκου, Μαρίνα Μανδρή, Μιχάλης Μουστάκας, Νεοκλής Νεοκλέους, Έλενα Παπαδοπούλου, Σώτος Σταυράκης, Ανδρέας Τσέλεπος, Στέλα Φυρογένη, Αντωνία Χαραλάμπους, Νιόβη Χαραλάμπους, Θέα Χριστοδουλίδου, Χριστίνα Χριστόφια.

Επιθεωρησιακά κείμενα: Καρλ Βάλεντιν
Ερμηνεύουν: Αννίτα Σαντοριναίου και Βαρνάβας Κυριαζής

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

Θεακρίνος: Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο

Όταν ο Σαίξπηρ έγραφε τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα κάπου στον 16ο αιώνα δεν νομίζω να του περνούσε από το μυαλό ότι πέντε αιώνες μετά το έργο αυτό θα ήταν ένα από τα πιο γνωστά έργα του σε όλο τον κόσμο και πως θα ανέβαινε σε θεατρικές σκηνές τόσες πολλές φορές. Το κρατικό μας θέατρο λοιπόν ανέβασε φέτος για πρώτη φορά στην τριαντάχρονη του πορεία αυτό το έργο σε μια... αλλιώτικη μορφή.

Το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ έχει γύρω στους 20 χαρακτήρες που αυτό θα σήμαινε πως όλος ο θίασος του ΘΟΚ θα έπρεπε να λάβει μέρος σε αυτή την παραγωγή, αλλά δεν. Η παραγωγή αυτή είχε μόνο δυο ηθοποιούς... εξ ου και ο τίτλος “για δύο” εξ ου και ο χαρακτηρισμός “διασκευή”. Στο πνεύμα λοιπόν της εποχής, της κρίσης, της λιτότητας και των περικοπών ένα τόσο “μεγάλο” έργο, ερμηνεύεται από δυο και μόνο ηθοποιούς.

Δεν μπορούσα να πω πως λάτρεψα το σκηνικό παρά μόνο όταν αυτό γύρισε και είδα την σκηνή της βεράντας. Η άλλη μεριά του σκηνικού -αυτή που δεν μου άρεσε ιδιαίτερα- θύμιζε λίγο παιδική χαρά και με έβγαζε εκτός... συναισθήματος. Επιπλέον ο φωτισμός ήταν “στοιχειώδης” ήταν... “λίγος” για μια τέτοια παράσταση, έλειπε από την μια το χρώμα και από την άλλη η ποικιλία, είναι ένα έργο με 24 σκηνές και καλύφθηκε ελλιπώς από τον φωτισμό. Ο φωτισμός δεν διαδραμάτισε με την σειρά του την εναλλαγή συναισθημάτων.


Αυτό που λάτρεψα χωρίς δεύτερη σκέψη ήταν τα κουδούνια... που δεν ήταν κουδούνια αλλά οι ίδιοι οι ηθοποιοί που μας έλεγαν ότι είναι φαντάσματα -άρα πέθαναν- και ότι θα μας εξιστορήσουν αυτήν την όμορφη ιστορία. Και μετά έπεσαν τα γραφικά, σε προβολή πάνω στο σκηνικό τα οποία θεωρώ ότι δεν είχαν την αισθητική συνοχή με την παράσταση και αυτό που θα βλέπαμε, έπρεπε να είχαν όλα μια πιο... κομικ-ή μορφή.

Αν και το έργο εκλαμβάνεται ως τραγωδία έχει μέσα πολλά κωμικά στοιχεία, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος και γι' αυτό μάλλον κορυφώνεται η τραγικότητα στο δεύτερο. Οι ηθοποιοί ερμηνευτικά ήταν απίστευτοι, χρειάζονταν ετοιμότητα και τρομερή πλαστικότητα για να αποδώσουν τους δέκα περίπου ρόλους έκαστος. Αγαπημένοι ρόλοι αυτοί της Νένας και του Μερκούτιου, από τον Κισσανδράκη και την Αργυρίδου αντίστοιχα! Καθώς προχωρούσε το έργο ανησυχούσα περισσότερο για τις σκηνές που έπονταν -όπως οι σκηνή της μάχης- αλλά τελικά δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας.


Ίσως το έργο έπρεπε να ονομαζόταν Ρωμαίος και Ιουλιέτα για τρεις, οι δυο είναι οι ηθοποιοί και ο τρίτος ο μουσικός επί σκηνής με το “θαυματουργό” του βιολί. Η αγωνία και η κορύφωση ήταν εν μέρει κατορθώματα και του μουσικού.

Δυο σκηνές αγάπησα και μια λάτρεψα. Αγάπησα την σκηνή που η Αργυρίδου κάνει με τη βοήθεια κάμερας ταυτόχρονα 3, τρεις ολογραφώς, ρόλους και την τελευταία σκηνή, την περίφημη σκηνή θανάτου και λάτρεψα τις κούνιες κάθε φορά που εμφανίζονταν στην σκηνή.  Ήταν μια παραγωγή με γέλιο και συγκίνηση, φαντασία και σκέψη... Ήταν μια παράσταση με μεγάλες ερμηνείες και πολλή αγάπη, αυτό το έργο άλλωστε είναι η πιο γνωστή ιστορία αγάπης.

Ταυτότητα της παράστασης:
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Διασκευή: Κώστας Γάκης, Αθηνά Μουστάκα και Κωνσταντίνος Μπιμπής
Σκηνοθεσία: Κώστας Γάκης
Συνεργάτες σκηνοθέτη - Χορογραφίες: Αθηνά Μουστάκα, Κωνσταντίνος Μπιμπής
Σκηνογραφία: Μαρίνα Χατζηλουκά, Λυδία Μανδρίδου
Μουσική: Κώστας Γάκης, Κώστας Λώλος
Επιμέλεια Κίνησης: Αλεξία Νικολάου
Σχεδιασμός Φωτισμού: Σταύρος Τάρταρης
Video Art: Νικολέτα Καλαθά
Ερμηνεύουν: Μαρίνα Αργυρίδου, Γιώργος Κισσανδράκης
Μουσικός επί σκηνής: Κώστα Λώλος

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

Θεακρίνος: Μανώλη...!

Ένα εξαίρετο έργο της Κυπριακής θεατρικής παραγωγής ανέβηκε στον Πολυχώρο Εστία τον περασμένο μήνα. Το έργο Μανώλη...! του Γιώργου Νεοφύτου είναι γραμμένο στην δεκαετία του 80 και αφορά σε μια γκρίζα ζώνη της Κυπριακής Ιστορίας, το Πραξικόπημα, είναι μονόλογος και ερμηνεύτηκε από την Ιωάννα Σιαφκάλη υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Άγι Παΐκου.


Δεν θα μπορούσα να μιλήσω πολύ τεχνικά για την παράσταση για δυο λόγους: αφενός για την τεχνική δυσκολία της Εστίας και αφετέρου για το ίδιο το έργο, ένας αφοπλιστικός μονόλογος, ένα αριστούργημα λογοτεχνικής-θεατρικής παραγωγής. Παρόλα αυτά, η σκηνή του Πολυχώρου απέκτησε ένα τεράστιο ενδιαφέρον με την τεράστια τζαμαρία στο φόντο και τους χρωματισμούς από τα φώτα. Σκηνογραφικά φαίνεται ότι το έργο τοποθετείται στον 21ο αιώνα και βασίστηκε στην τυπική “κυπριακή” ασυμφωνία διακόσμησης, ή τουλάχιστον έτσι κατάλαβα εγώ.

Η ερμηνεία της Σιαφκάλη ήταν εξαιρετική. Είναι μια γυναίκα της διπλανής πόρτας, είναι η Κύπρια μάνα που ακόμα θρηνεί που ακόμη αγοράζει μαύρα ρούχα. Έχει έναν γάτο, τον Μανώλη, ο οποίος ζει αυτήν την γατίσια ζωή που πολλοί ζηλεύουν, και η Μαρία, η πρωταγωνίστρια, τον έχει σαν το παιδί της, το Μάνο. Η Μαρία είχε όνειρα, έβλεπε τον κήπο -ένα σύμβολο ζωής- γεμάτο παιδιά αλλά αλλιώς της ήρθε η Ιστορία (και όχι η Μοίρα). Είδε τον κήπο να ερημώνεται και να νεκρώνεται, είδε την καταστροφή, τον πόλεμο, τον θάνατο.

Η Μαρία φοράει μαύρα ακόμη, αλλά κάθε μέρα, εδώ και χρόνια αλλάζει για λίγο το φόρεμα της. Βάζει το φόρεμα που αγόρασε για να το φορέσει στον γάμο του γιου της και εξασκείται για έναν λόγο. Είναι η μόνη στιγμή της ζωής της που ξεπερνά τον εαυτό της και οι μοναδικές στιγμές χαράς μετά τον θάνατο του γιου της, γιατί η δικαιοσύνη την οποία αναζητά η μάνα ενός θύματος -όπως είναι ο Μανώλης ή όπως είναι ο Παύλος Φύσσας όπως αναφέρει ο σκηνοθέτης στο σημείωμα του- είναι η μοναδική ανακούφιση. Η δικαιοσύνη και μετά ο θάνατος.

Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στα τεχνικά σημεία της παράστασης κατά την διάρκεια της γιατί το κείμενο είναι εξαιρετικό και -δυστυχώς για μας- μιλάει για πράγματα τα οποία δεν ξεπεράσαμε. “Πριν τις 15 Αυγούστου ήρθε η 15 Ιουλίου”, αυτό λέει πολλά. Η λιτότητα της παράστασης έδωσε στο κείμενο τον θρόνο που του αξίζει και την βαρύτητα που πρέπει να αναλογεί στον θεατή. Η Ιωάννα Σιαφκάλη όπως και η Μαρία εξαγνίστηκαν επί σκηνής, ξεπέρασαν τον εαυτό τους μέσα από την εξάσκηση της ομιλίας για τη Δίκη της δολοφονίας του Μανώλη χωρίς ψευδο-κήρυγμα λέγοντας “Για να μην ξανάρθουν, κύριοι δικαστές. Για να μην ξανάρθουν!”

Δεν θα ξεχάσω τα λόγια της Μαρίας όταν τελείωσε η παράσταση και ανταλλάξαμε βλέμματα “Κι όμως ξανάρθαν”. Αυτό λέει ακόμα πιο πολλά.

Ταυτότητα της παράστασης:
Σκηνοθεσία: Άγις Παΐκος
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαρίζα Παρτζίλη
Σχεδιασμός φωτισμού: Κωνσταντίνος Σταυρίδης
Σχεδιασμός ήχου: Σάββας Προδρόμου
Βοηθοί σκηνοθέτη: Ελεωνόρα Σερένα, Μόνικα Μακρυγιάννη
Ερμήνευσε η ηθοποιός Ιωάννα Σιαφκάλη

Η αφίσα της παράστασης.

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Βλαδίμηρος Καυκαρίδης

Σήμερα έχουμε την “πολυτέλεια” να βλέπουμε παραστάσεις μεγάλου βεληνεκούς. Για παράδειγμα, πέρσι είδαμε τον Καυκασιανό Κύκλο με κιμωλία και φέτος ανεβαίνει η Όπερα της Πεντάρας. Σήμερα θεωρούμε κάποια πράγματα δεδομένα... Το -επαγγελματικό- θέατρο στην Κύπρο έκανε τα πρώτα βήματα του στην δεκαετία του 1950, λίγο μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης ήταν εκεί. Για αυτήν την μορφή του θεάτρου θα αναφερθώ σήμερα1, για έναν θεατράνθρωπο που έζησε το θέατρο από την αρχή του και που δυστυχώς έφυγε νωρίς.

Οι απαρχές, από την δεκαετία του 50 μέχρι τον ΟΘΑΚ
Ξεκίνησε γύρω στα 20 του χρόνια από την Κυπριακή Σκηνή, ένα βραχύβιο θίασο ιδρυμένο το 1952, και κατά τα 1952-56 ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης, από τους λιγοστούς αποκλειστικά επαγγελματίες ηθοποιούς, συμμετέχει και στον θίασο του Κυπριακού Θεάτρου, του μακροβιότερου θιάσου πριν την ίδρυση του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ). Το 1957 ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη των Ηνωμένων Καλλιτεχνών, ενός θιάσου-κινήματος, μιας ομάδας νέων ηθοποιών “που ένιωσαν την ανάγκη της ανανέωσης του θεάτρου μας”. Τα χρόνια εκείνα αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν χαλεποί καιροί.

Τον Οκτώβριο του 1960 συγκροτείται το Νέο Θέατρο και για πρώτη φορά τίθεται επί τάπητος το ζήτημα δημιουργίας ενός κρατικού θεάτρου και το καλοκαίρι του 1961 ιδρύθηκε η Νέα Σκηνή, όσο στα σκαριά ήταν η δημιουργία του Οργανισμού Θεατρικής Ανάπτυξης Κύπρου (ΟΘΑΚ). Και σε αυτές τις δυο “απόπειρες” ανανέωσης του Κυπριακού θεάτρου ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης κατείχε... πρωταγωνιστικό ρόλο. Ακόμα και με άρθρα του εκφράζει την πεποίθησή του πως αν ιδρυθεί και ένα σωματείο ηθοποιών οι Κύπριοι ηθοποιοί θα αποκτήσουν το κύρος “που ίσως μερικοί τους αρνούνται”.

Το 1961 ο Οργανισμός Θεατρικής Ανάπτυξης Κύπρου μετά από πιέσεις χορηγείται με προσωπική εισφορά του πρώτου προέδρου της Δημοκρατίας, αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ', και με εισφορά της Ελληνικής Κυβέρνησης, 5 χιλιάδες λίρες Κύπρου έκαστη! Για τον Βλαδίμηρο γράφονται διθυραμβικές κριτικές για τις ερμηνείες του στα έργα του ΟΘΑΚ, Η πινακοθήκη των ηλιθίων του Νίκου Τσιφόρου στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της Μόνικας Χατζηβασιλείου (Δεκέμβριος 1961) και Επιθεωρητής του Νικολάι Γκόγκολ σε σκηνοθεσία Εύη Γαβριηλίδη (Απρίλιος 1962).

Σκηνοθετική καταξίωση και ΘΟΚ
Το 1962 ο Βλαδίμηρος αναχωρεί για σπουδές στη σκηνοθεσία στο Κρατικό Ινστιτούτο Θεατρικών Σπουδών της Μόσχας. Με την επιστροφή του ιδρύει μια Δραματική Σχολή και το Νέο Θέατρο (μετέπειτα Νέο Μουσικό Θέατρο και Οργανισμός Μουσικού Θεάτρου). Σκηνοθετεί σε Παγκύπρια πρώτη παράσταση την Λοκαντιέρα του Κάρλο Γκολντόνι, τον Μάιο του 1967 με την νεοεμφανιζόμενη τότε Δέσποινα Μπεμπεδέλη στον ρόλο της λοκαντιέρα Μιραντολίνας. Η μεγαλύτερη επιτυχία του θιάσου ήταν ο Νασρεντίν Χότζας του Γεράσιμου Σταύρου που έδωσε 118 παραστάσεις με 37μελή θίασο και λαμβάνει θερμά σχόλια.

Το 1969 ο θίασος ανεβάζει -για δεύτερη φορά παγκύπρια- μια Αρχαία Ελληνική Κωμωδία, την Ειρήνη του Αριστοφάνη σε μετάφραση Θεοδόση Πιερίδη και περιοδεύει στο αρχαίο θέατρο της Σαλαμίνας στην Αμμόχωστο, στο Κούριο της Λεμεσού και στο Αμφιθέατρο Σχολής Τυφλών στη Λευκωσία. Το 1970 ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης σκηνοθετεί τον Καπετάν Μιχάλη του Νίκου Καζαντζάκη σε διασκευή του Νίκου Ιγγλέση, με μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Ολόκληρη η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε ως μια περίοδος σκηνοθετικής του τόλμης.

Αργότερα κατά την δεύτερη και τελευταία σεζόν του Θεάτρου του ΡΙΚ γίνεται μέλος του και σκηνοθετεί το τελευταίο έργο του θιάσου, τον Θείο Βάνια του Τσέχωφ, σε μια άλλη Παγκύπρια πρώτη παράσταση, τον Απρίλιο του 1971. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, τον Μάρτιο, είχε διοριστεί το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του ΘΟΚ, τον Οκτώβριο ψηφίστηκε ο νόμος περί ίδρυσης του Θεατρικού Οργανισμού και τον Νοέμβριο ο Βλαδίμηρος σκηνοθετεί την δεύτερη παραγωγή του νεοϊδρυθέντος κρατικού θεάτρου, τον Ποπολάρο του Γρηγόριου Ξενόπουλου.

Τον Φεβρουάριο του 1972 κάνει πρεμιέρα στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας η Αυλή των θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλλη σε σκηνοθεσία του Βλαδίμηρου Καυκαρίδη και αποτελεί την πρώτη μεγάλη επιτυχία του ΘΟΚ με 55 παραστάσεις και πέραν των 11 χιλιάδων θεατών. Στα τέλη του 1972 διορίζεται ως καλλιτεχνικός σύμβουλος και σκηνοθέτης του ΘΟΚ ο Σωκράτης Καραντινός, τον οποίο ο Βλαδίμηρος ονόμασε δάσκαλο και αναντικατάστατο ψυχωτή του ΘΟΚ, με τον οποίο είχαν μια εξαίρετη συνεργασία.

Από το 1973 ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης σκηνοθετεί μια σειρά από έργα ιδιαίτερα, ξεχωριστά, μνημονεύω μόνο δυο: τους Παλαιστές του Στρατή Καρρά με τον συγγραφέα να παρίσταται στην πρεμιέρα χαρακτηρίζοντας μετέπειτα την σκηνοθεσία “συγκλονιστική από κάθε πλευρά” και τους Ομήρους του Λουκή Ακρίτα, η πρώτη συνεργασία με τον αδελφό του Κώστα, που χαρακτηρίστηκε ως μια από τις καλύτερες δημιουργίες του ΘΟΚ. Στις 12 Ιουλίου 1974 κάνει πρεμιέρα ένα άλλο έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, Παραμύθι χωρίς όνομα, στο Αμφιθέατρο Ακροπόλεως επίσης σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Καυκαρίδη αλλά οι παραστάσεις διακόπτονται εκείνη την μαύρη Δευτέρα όταν τα ημερολόγια έγραφαν 15 Ιουλίου.

Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η πατρίδα μας το φθινόπωρο του ίδιου έτους άρχισε μια περιοδεία του ΘΟΚ στην Ελλάδα με δυο έργα σκηνοθετημένα από τον Βλαδίμηρο, τους Ομήρους και Το Νερόν του Δρόπη του Πασιαρδή, και τα έσοδα των παραστάσεων, γύρω στις 25 χιλιάδες λίρες Κύπρου, δόθηκαν στο Ταμείο Εκτοπισθέντων και Παθόντων. Παράλληλα ακολούθησε μια σειρά παραστάσεων στην Κύπρο με ελεύθερη είσοδο σε πρόσφυγες.


Η Παιδική Σκηνή και το Ελεύθερο Θέατρο
Το 1976 ο ΘΟΚ ιδρύει την Παιδική Σκηνή με το έργο του Μπράιαν Γουέι ο Παπουτσωμένος Γάτος. Συνολικά ο Βλαδίμηρος σκηνοθετεί 7 παιδικά έργα από τα 19 που ανέβασε η Παιδική Σκηνή μέχρι την αποχώρηση του από τον ΘΟΚ, το 19832. Τελευταίες του σκηνοθεσίες στον ΘΟΚ η θρυλική Λυσιστράτη σε μετάφραση και διασκευή Κώστα Μόντη, με την Λένια Σορόκου στον πρωταγωνιστικό ρόλο το 19813 και το Αυγουστιάτικο Φεγγάρι του Τζων Πάτρικ το 19834.

Τον Οκτώβριο του 1983 παίρνει την μεγάλη απόφαση να αποχωρήσει από το κρατικό θέατρο και να... επαναλειτουργήσει το Νέο Θέατρο, 3 χρόνια μετά θα μετονομαστεί σε Σατιρικό Θέατρο, το πρώτο επιχορηγούμενο ελεύθερο θέατρο5! Δυστυχώς 2 μήνες μετά την ίδρυση του προδόθηκε από την καρδιά του...6

Είμαστε εδώ -θεατρικά- σήμερα γιατί πολλοί πίστεψαν στον Βλαδίμηρο Καυκαρίδη. Το Πολιτιστικό Ίδρυμα έχει πια στέγη, μετά από πολλές, πολλές δυσκολίες. Επιπλέον, από το 1992 λειτουργεί και η πρώτη Δραματική Σχολή στην Κύπρο με το όνομά του, με διακεκριμένους καθηγητές να προσφέρουν υψηλού επιπέδου μόρφωση στους σπουδαστές της, αυτό ήταν άλλωστε ένα από τα οράματά του.

Αφίσα του έργου του Ιάκωβου Καμπανέλλη, Αυλή των θαυμάτων που σκηνοθέτησε ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης στον ΘΟΚ το 1972. Από το αρχείο ΘΟΚ.
Το 1968 ο Βλαδίμηρος μιλούσε για “αντιθεατρικούς οδοστρωτήρες” και δυστυχώς αυτοί οι οδοστρωτήρες υπάρχουν μέχρι και σήμερα, με διαφορετικές και ίσως πιο τρομαχτικές μορφές. Πρέπει να πράξουμε όπως μας δίδαξε ένας τέτοιος άνθρωπος, ένας άνθρωπος των τεχνών, ο οποίος έδινε ιδιαίτερη σημασία στην παρουσία της ομάδας, αφού προτιμούσε και έδινε την ψυχή του σε πολυπρόσωπες παραγωγές. Ας αντισταθούμε σε αυτούς τους αντιθεατρικούς οδοστρωτήρες και ας προσφέρουμε θέατρο από τον λαό για τον λαό, με πολλή αγάπη, κατανόηση μα και γνώση και ίσως φτάσουμε στην δική του... Αυλή των θαυμάτων.

Αιωνία του η μνήμη.


1) Όλα τα στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο της Άντρης Χ. Κωνσταντίνου, Το θέατρο στην Κύπρο (1960-1974). Οι θίασοι, η κρατική πολιτική και τα πρώτα χρόνια του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007, εκτός κι αν δηλωθεί η πηγή.
2) Από δική μου έρευνα από το αρχείο του ΘΟΚ. Ο Βλαδίμηρος Καυκαρίδης σκηνοθέτησε τις εξής παραγωγές: Τα δυο μαγεμένα δεντράκια (Οκτώβριος 1976), Το βαρελάκι με το μέλι (Φεβρουάριος 1977), Ο λαγός ο καυχησιάρης (Οκτώβριος 1980, σε δική του μετάφραση), Τα δυο αδέλφια και το μαύρο ποτάμι (Ιανουάριος 1981), Το παραμύθι για τους τετράδυμους αδερφούς (Φεβρουάριος 1982), Ο φίλος μου ο πίθηκος (Ιανουάριος 1983) και Το γαϊτανάκι (Απρίλιος 1983).
3) Αρχείο ΘΟΚ: http://www.thoc.org.cy/gr/archive/Production.aspx?ProductionID=92 (Ανάκτηση: 3/11/2013).
4) Αρχείο ΘΟΚ: http://www.thoc.org.cy/gr/archive/Production.aspx?ProductionID=103 (Ανάκτηση: 3/11/2013).
5) 5 Χρόνια Σατιρικό Θέατρο, Λευκωσία 1988.
6) Ιστορικό Σατιρικού Θεάτρου: http://www.satiriko.com/POLITISTIKOKENTRO.html (Ανάκτηση: 3/11/2013).

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Οι πρώτοι 8 μήνες του Υπουργού και 8 απορίες

Στον πρώτο απολογισμό προέβη ο -προσφάτως- νέος Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού χθες, παρουσιάζοντας τα πεπραγμένα του υπουργείου του σύμφωνα πάντα με τις κυβερνητικές -επίμαχες για μας- “δεσμεύσεις”. Σύντομες προτάσεις, απλός, ρεαλιστικός λόγος σε ένα λιτό 16σέλιδο μήνυμα. Μπας και μας πείσουν ότι όλα βαίνουν καλώς. Θα ήθελα να δώσω έμφαση στα λεγόμενα του Υπουργού για τον Πολιτισμό αλλά όταν ο ίδιος ο Υπουργός αφιερώνει μετά βίας 2 σελίδες για τις ενέργειες που έγιναν για τον Πολιτισμό αυτούς τους 8 μήνες, είναι κάπως δύσκολο.
Απορία πρώτη: Γιατί μόνο 2 σελίδες για τον Πολιτισμό;
Απορία δεύτερη: Γιατί δεν περίμενε ακόμα 4 μήνες να κάνει απολογισμό για τον πρώτο χρόνο;

Οι ενέργειες για ζητήματα Παιδείας καταλαμβάνουν την τιμητική 12σέλιδη έκταση της οκτάμηνης απολογίας του κύριου Κενεβέζου. Εγώ πάντως σκιάχτηκα παρά εντυπωσιάστηκα όταν διάβασα τον απολογισμό. Μίλησε για τους πέντε άξονες της κυβέρνησης: (α) Ανάπτυξη ανθρωπίνου δυναμικού της εκπαίδευσης, (β) Εκσυγχρονισμός διοικητικών και σχολικών μονάδων, (γ) Αναβάθμιση περιεχομένου και αποτελεσματικότητας της Εκπαίδευσης, (δ) Στήριξη και ενίσχυση εκπαιδευόμενου και (ε) Ενίσχυση και αναβάθμιση Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Απορία τρίτη: Αφού 2 σελίδες είναι για τον Πολιτισμό και 12 για την Παιδεία, οι υπόλοιπες σε τι αναφέρονται;
Bonus απάντηση: 2 Πολιτισμός + 12 Παιδεία =14, ½ σελίδα χαιρετισμός, ½ σελίδα για τον Αθλητισμό, ½ σελίδα για την Νεολαία + ½ σελίδα επίλογος = 16 σελίδες.

Για τον πρώτο άξονα αναφέρθηκε εκτός των άλλων στην αναθεωρημένη εισήγησή του για αλλαγή του συστήματος διορισμού εκπαιδευτικών στην Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία η οποία διασφαλίζει το αίσθημα της αξιοκρατίας και του αδιάβλητου των διαδικασιών (sic).
Απορία τέταρτη: Για την ίδια εισήγηση μιλάμε;

Κάπου στον τέταρτο άξονα, μετά την παράμετρο “Διαφοροποίηση της μαθησιακής διαδικασίας” αναφέρθηκε και στον -περίφημο- στόχο της φετινής χρονιάς “Γνωρίζω. Δεν ξεχνώ. Διεκδικώ” και δη και “Γνωρίζω” τον τόπο μου, “Δεν Ξεχνώ” την κατεχόμενη γη μου και “Διεκδικώ” την απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μου.
Απορία πέμπτη: Ναι. Δηλαδή;

Φυσικά ο Κενεβέζος δεν έκανε λόγο μόνο για ευχάριστα νέα (ή... παλιά) αλλά υπάρχουν και τα δυσάρεστα. Που-χου: “Το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου (ΙΚΥΚ) θα διακόψει την παροχή κρατικών επιχορηγήσεων”.
Απορία παρασ έκτη: Πως θα ονομάζεται το ΙΚΥΚ αφού δεν θα παρέχει Κρατικές Υποτροφίες;

Στον Πολιτισμό τώρα... επιδιώξεις του Υπουργείου είναι η διατήρηση και ανανέωση της παράδοσης μας, ανάδειξη των πνευματικών δημιουργών μας και διάχυση πολιτιστικών εκδηλώσεων και ανάπτυξη της πολιτιστικής ζωής για “να προσδώσουμε νόημα και ποιότητα στη ζωή των Κύπριων πολιτών”.
Απορία έβδομη: Πως ανανεώνεις την παράδοση του τόπου μας;
Να σας πω την αμαρτία μου, ποτέ δεν κατάλαβα πως ένας υπουργός ή μια κυβέρνηση (σε 5 άντε σε 10 χρόνια) μπορεί να ανανεώσει την παράδοση. Ποτέ όμως! Με ξεπερνάει σε κάθε επίπεδο αυτή η δήλωση...

Μίλησε για την ανακήρυξη της Πάφου σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2017 και δηλώνει για να ηρεμήσει τους πάντες: “Η Κυβέρνηση επενδύει έμπρακτα στον πολιτισμό (...) κάνοντας ότι (sic) είναι δυνατό για να διασφαλίσει την επιτυχία της μεγάλης αυτής προσπάθειας, παρέχοντας τους αναγκαίους πόρους, έχοντας όμως παράλληλα πλήρη επίγνωση των δυσκολιών (...) λόγω της οικονομικής κρίσης”. Μετέπειτα μίλησε για την αλλαγή κριτηρίων για επιλογή εκδηλώσεων του Διεθνούς Φεστιβάλ Κύπρια που είχε ως στόχο την παροχή ευκαιριών “κατά το μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, των Κυπρίων δημιουργών και κυπριακών καλλιτεχνικών σχημάτων”. Στο τέλος μίλησε για μια ενδεχόμενη κατάργηση των “πλάνων” ανέγερσης του Μεγάρου Πολιτισμού.
Απορία όγδοη: Άμα βάλουμε 9 κυπριακές παραγωγές στα Κύπρια και 2 από το εξωτερικό τότε γιατί να είναι Διεθνές το φεστιβάλ; Θα είναι ένα Παγκύπριο Φεστιβάλ με δυο guest stars.

Για ένα πράγμα μπορώ να παραδεχτώ τον κύριο Κενεβέζο πάντως, μιλάει απλά, δεν μιλάει σαν τον Υπουργό Συγκοινωνιών που την είδε... Μπαμπινιώτης! Άκουσ' εκεί: Θέλουμε να κάνουμε ένα μουσείο το οποίο να είναι τουλάχιστον εφάμιλλο του Μουσείου της Ακροπόλεως. (...) Είχε δημιουργηθεί ένα ειδικό ταμείο και τα λεφτά αυτά χάθηκαν μέσα στον πίθο των Δαναΐδων που είναι ο κρατικός κορβανάς” (διάβασε περισσότερα εδώ). Έπρεπε να ανοίξω λεξικό και κούγκολ για να καταλάβω τι θέλει να πει ο ποιητής με τη δήλωσή του. Ένιχαου κύριε Υπουργέ μου, για να σας βγάζω από τον κόπο για το τι θέλει να πει ο ποιητής με την ανάρτησή του: απολογισμούς δεν χρειαζόμαστε, ούτε απολογισμούς ούτε απολογίες... Χρειαζόμαστε έργα, εδώ και τώρα.

Γεια σας!

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Θεακρίνος: Μόνα

Μετά το θέατρο επινόησης η Λέα Μαλένη ήρθε αντιμέτωπη με το... μιούζικαλ επινόησης. Από το Witsplit στους Καλικαντζάρ και από τους Καλικαντζάρ στην Μόνα. Η Μόνα είναι μια παραγωγή που ανακοινώθηκε ανεπίσημα στην προ-κουρέματος εποχή αλλά πήρε σάρκα και οστά μόλις τον περασμένο μήνα, τον Οκτώβριο. Η Μόνα είναι βασισμένη σε μια ιδέα της Μάρας Κωνσταντίνου και αφορά την ζωή μιας -νεαρής- γυναίκας και τις ερωτικές περιπέτειές της.


Και μπαίνω απευθείας στο ψητό, στην τεχνική υποστήριξη της παραγωγής. Όταν επιλέγεις έναν χώρο όπως το Αντωνάκης Bar θα έχεις δυο μεγάλα αλλά βασικά “προβλήματα”, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο χώρος δεν ήταν θεατρικά φιλικός: το σκηνικό και γενικότερα την διαρρύθμιση χώρου και τον φωτισμό. Τα σκηνικά και η διαρρύθμιση δούλεψαν με επιτυχία και ο φωτισμός απέτυχε. Η διαρρύθμιση του χώρου (διαχωρισμός κοινού-σκηνής και τα επίπεδα σκηνής) ήταν ομολογουμένως ενδιαφέρουσα αν και σε ελάχιστες στιγμές δεν μπορούσαμε να δούμε ακριβώς τι εκτυλισσόταν στην σκηνή. Τα σκηνικά αλλά και τα κοστούμια ήταν ευφάνταστα, ρομαντικά και τρόπον τινά καλαίσθητα αταίριαστα. Ο φωτισμός είχε σοβαρά προβλήματα, πλην των σκηνών στην κεντρική σκηνή-καμαρίνι και στην πλαϊνή σκηνή.

Η φωνή της Μάρας Κωνσταντίνου είναι ναι επιβλητική και έχει μια γκάμα τόνων, δεδομένο. Ερμηνευτικά υπήρξαν όμως κάποιες δυσκολίες. Οι βίαια εναλασσόμενες σκηνές μαρτυρούν ή μια γενική σύλληψη ιδέας ή φτωχή δραματουργία. Δεν έχω μετρήσει τις αλλαγές της πρωταγωνίστριας επί σκηνής αλλά ξέρω ότι αν και αναγκαίες βάση του κειμένου μπορούσαν να μην είναι όλες ή οι περισσότερες... επί σκηνής. Επιπλέον 2-3 τραγούδια μπορούσαν να παραλείπονταν κάνοντας τη διάρκεια της παράστασης μικρότερη. Βάσει όλων αυτών λοιπών παρατήρησα μια ατίθαση ερμηνεία και -ανούσιους- αυτοσχεδιασμούς με ποτό στα ποτήρια.

Αναρωτήθηκα αρκετές φορές αν αυτή η ιστορία είναι βγαλμένη από την ζωή, αν είναι βιογραφική. Θα μπορούσε, αλλά όχι τώρα, είναι σε ένα πρώιμο στάδιο. Η αρχή ήταν δυναμική, και η χαρακτήρα τους έργου, η Μόνα, ήταν δυναμική στα όρια της επιθετικότητας. Ξεκίνησε ως μια femme fatal, μοιραία γυναίκα, η οποία στο τέλος εξελίχθηκε σε μια καταθλιμμένη νεαρή κοπέλα που ψάχνει απεγνωσμένα την αγάπη (λίγο Sex and the city). Προς το τέλος αναρωτήθηκα γιατί εμφανίστηκε μια κούκλα για showman την ώρα που ο Αντρέας ήταν πριν λίγα δευτερόλεπτα στη σκηνή με τα ίδια σχεδόν ρούχα.


Τα εύσημα της βραδιάς απονέμονται στην ζωντανή ορχήστρα και η έκπληξη της βραδιάς ήταν ο Αντρέας Παπαμιχαλόπουλος ο οποίος με πολύ κέφι, χαρά αλλά και... σκέρτσο έφερε εις πέρας με απόλυτη επιτυχία τον ρόλο του.

Ταυτότητα της παράστασης:
Σκηνοθεσία: Λέα Μαλένη
Δραματουργία: Λέα Μαλένη, Βαλεντίνος Κόκκινος
Σχεδιασμός φωτισμού: Σταύρος Τάρταρης
Σκηνικός χώρος – κοστούμια: Θέλμα Κασουλίδου
Βοηθοί σκηνοθέτη: Μελίντα Ιακωβίδου, Παναγιώτης Λοϊζίδης
Επιλογή τραγουδιών: Μάρα Κωνσταντίνου
Διασκευή και ενορχήστρωση τραγουδιών: Βασίλης Βουρβόπουλος

Ερμήνευσαν οι:  
Μάρα Κωνσταντίνου, Αντρέας Παπαμιχαλόπουλος, Τζούλη Γρηγορίου, Παναγιώτης Λοϊζίδης
Μουσικοί επί σκηνής: 
Βασίλης Βουρβόπουλος, Χάρης Ιωάννου, Νίκος Ιωάννου, Μάριος Νικολάου