Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Θεακρίνος: Φιλοκτήτης


Ο Φιλοκτήτης είναι ένα έργο του Σοφοκλή το οποίο διδάχθηκε το 409 π.Χ. και έλαβε το πρώτο βραβείο στους δραματικούς αγώνες. Ο Φιλοκτήτης είναι ένας Έλληνας πολεμιστής τον οποίον εγκατέλειψαν οι ίδιοι οι Έλληνες στο δρόμο τους προς την Τροία, επειδή από ένα δάγκωμα φιδιού μαύρισε το πόδι του και μύριζε άσχημα. Ο Φιλοκτήτης ζει δέκα χρόνια στην Λήμνο, μόνος και παρατημένος από τους Έλληνες.

Ο Οδυσσέας ο οποίος ανέλαβε να ξεφορτωθεί τον Φιλοκτήτη βρίσκεται τώρα στην ανάγκη του. Ένας χρησμός λέει πως οι Έλληνες θα νικήσουν τον Τρωικό Πόλεμο μόνο αν ο Φιλοκτήτης πάει στην Τροία με τα όπλα του Ηρακλή. Ο Οδυσσέας ξεγελά τον Νεοπτόλεμο, γιο του Αχιλλέα, και τον αναγκάζει να σκαρφιστεί μια ιστορία για να πάρει το τόξο χωρίς να ξέρει όμως την αλήθεια.

Πολλά από αυτά τα πράγματα δεν έγιναν κατανοητά στην παράσταση. Σίγουρα δεν ήταν πρόβλημα της μετάφρασης, η μετάφραση αν μη τι άλλο ήταν το κόσμημα της παράστασης αυτής. Απλός λόγος, προσεγμένος και καθόλου κουραστικός για το αυτί. Που εντοπίζω τα κενά ως προς την κατανόηση του έργου; Σε κάποιες, ας πούμε, ατοπίες με πρώτη και καλύτερη την παρουσία του Χορού. Δεν ξέρω αν είναι ατόπημα του σκηνοθέτη ή θέση του μεταφραστή, αλλά ο Χορός στην παράσταση ήταν κάτι μεταξύ προσφύγων και εκδιωγμένων. Στο έργο του Σοφοκλή ο Χορός αποτελείται από ναύτες του Ελληνικού στόλου, συνοδούς του Νεοπτόλεμου.

Ας τονίσουμε εδώ ότι η παράσταση τοποθετήθηκε ξεκάθαρα ιστορικά και με την συμβολή του σκηνογράφου. Βρισκόμαστε στην Λήμνο, το οποίο δεν είναι ένα ερημονήσι τώρα αλλά ένα νησί της μετεμφυλιακής Ελλάδας όπου εξορίζονται οι αντιφρονούντες. Σίγουρα υπήρχαν και τεχνικά ατοπήματα ως προς την παρουσία του Χορού. Ο Χορός στην αρχαία Ελληνική τραγωδία είναι “ένα σώμα” αλλά στην παράσταση αυτή ο Χορός αποτελείτο ουσιαστικά από δυο ομάδες: τον Χορό -για το υποκριτικό κομμάτι- και τους μουσικούς, αν και ενίοτε λειτουργούσαν ως ένα σύνολο. Η δουλειά που έγινε όμως και στα δυο αυτά μέρη δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητη.


Κυρίαρχα θέματα της τραγωδίας αυτής του Σοφοκλή είναι η ηθική και το τι είναι σωστό για τον άνθρωπο και το όλον. Με την παρουσία όμως του Χορού ως συν-αντιφρονούντες των πολεμοχαρών Ελλήνων αποδυναμώνεται το δράμα του Νεοπτολέμου, ο οποίος αδυνατεί να επιλέξει τι είναι ηθικά σωστό να κάνει -ναι μεν πρέπει να βοηθήσει τους Έλληνες να νικήσουν στην Τροία αλλά δεν μπορεί να ξεγελάσει τον αδικημένο Φιλοκτήτη και να του κλέψει το όπλο. Αλλά αυτό το αγνοεί ακόμη και το σκηνοθετικό σημείωμα! Επιπλέον το περιβόητο όπλο του Ηρακλή -κατά κόσμον τόξο του Ηρακλή- “υλοποιήθηκε” επί σκηνής με βιβλία, παραδοσιακές στολές και γενικά έργα πολιτισμικής κληρονομίας. Με αυτό δυσκολεύθηκε υποκριτικά ο Νεοπτόλεμος -ο απλός και μετρημένος Κωνσταντίνος Γαβριήλ- να αναδείξει την αμφιταλάντευση που προανέφερα.

Ο Νεοπτόλεμος -η προσωποποίηση της πειθούς- έρχεται σε σύγκρουση με τον Οδυσσέα -προσωποποίηση της βίας- και αρνείται να οδηγήσει τον Φιλοκτήτη χωρίς την δική του συγκατάθεση στην Τροία. Αφού έχει εξαντλήσει όλα τα μέσα να πείσει τον Φιλοκτήτη, ο Σοφοκλής φέρνει τον νεκρό Ηρακλή, ως από μηχανής θεό, για να δώσει λύση στο αδιέξοδο του ήρωα. Την θέση του Ηρακλή στην παράσταση παίρνουν ποιήματα Ελλήνων -αριστερών- διανοούμενων όπως Ρίτσος, Αναγνωστάκης, Βάρναλης, Πατρίκιος, Λειβαδίτης κ.ά.

Ο Φιλοκτήτης είναι αναμφισβήτητα πολιτικό έργο. Κάθε Αρχαίο Δράμα -συμπεριλαμβανομένων των κωμωδιών- κρύβει πίσω του ένα πολιτικό για μας θέμα. Οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε αυτό στο αρχαίο Ελληνικό δράμα ως θεατρικό είδος. Η πρόθεση του σκηνοθέτη να αναδείξει την πολιτική πλευρά του έργου ήταν ξεκάθαρη αλλά το αποτέλεσμα μάλλον όχι και τόσο. Η λειτουργία του Χορού για χάρην... της χάρης της παράστασης δημιούργησε κάποια κενά κατανόησης στο κοινό και χρέωσε ατοπήματα στην παραγωγή συγχύζοντας νοήματα και μηνύματα.

Τέλος, το τέλος της παράστασης ήταν η μεγαλύτερη παραδοξότητα. Ο Σοφοκλής κρατά τον Φιλοκτήτη ζωντανό, διότι αν ο Φιλοκτήτης αρνείτο να πάει στην Τροία, αυτό θα σήμαινε ότι οι χρησμοί δεν θα επαληθεύονταν, ο κ. Τίγκιλης όμως τον σκοτώνει... Αυτό έρχεται -κατ' εμέ πάντα- σε κάθετη ρήξη πρώτον με την έννοια του τραγικού στις αρχαίες Ελληνικές τραγωδίες και δεν συνάδει με το πνεύμα της χρονικής τοποθέτησης της παράστασης.

Αν δεχτούμε ότι είναι ένα αντιπολεμικό μήνυμα -ο Φιλοκτήτης αυτοκτονεί γιατί οι Έλληνες δεν είχαν κανέναν πραγματικό λόγο να πολεμούν τους ξένους- η τοποχρονική τοποθέτηση της παράστασης το αναιρεί -οι Έλληνες του 13ου αι. π.Χ. πολεμούσαν ναι τους Τρώες, η Χούντα όμως πολεμούσε τους ίδιους τους Έλληνες. Ο Καρυωτάκης αυτοκτόνησε γιατί ζούσε στα χρόνια της διάψευσης, στα μαύρα χρόνια των επιπτώσεων της Μικρασιατικής καταστροφής. Ο Αναγνωστάκης όμως και οι άλλοι αριστεροί ποιητές είχαν πείσμα, τόσο όσο ποτέ άλλοτε, να ζήσουν, να γράψουν και να αντισταθούν. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, ο ήρωας του Σοφοκλή έγινε αμέσως, με την αυτοκτονία του, αντιήρωας. Και μετά;

Ταυτότητα της παράστασης:
Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας
Σκηνοθεσία: Μηνάς Τίγκιλης
Σκηνικά/Κοστούμια: Εδουάρδος Γεωργίου
Σχεδιασμοί Φωτισμών: Βασίλης Πετεινάρης
Μουσική Σύνθεση: Γιώργος Κολιάς
Κίνηση: Χλόη Μελίδου
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Παναγιώτα Παπαγεωργίου & Έλενα Μελετίου
Βοηθός Σκηνογράφου: Θέλμα Κασουλίδου
Μουσική Διδασκαλία Χορού: Νίκος Βήχας (χορωδία Αμμοχώστου)

Διανομή
Φιλοκτήτης: Ευτύχιος Πουλλαΐδης
Οδυσσέας: Κώστας Καζάκας
Νεοπτόλεμος: Κωνσταντίνος Γαβριήλ
Ναυτικός: Αλέξανδρος Παρίσης

Χορός:
Κορυφαίος Α: Γιάννος Αντωνίου,
Κορυφαία Β: Παναγιώτα Παπαγεωργίου,
Κορυφαίος Γ: Μιχάλης Χρήστου
Ευριπίδης Δίκαιος,Στέφανη Νέρου, , Ζαχαρίας Ιορδανίδης, Αντρέας Δανιήλ
Μουσικός: Θεόδωρος Πολυκάρπου
Συμμετέχουν: Χρίστος Χριστοφίδης, Κώστας Μπάφας, Ιάκωβος Καντούνας, Γιώργος Διαμαντίδης (Χορωδία«Μοντέρνοι Καιροί») και Άγγελος Γκουτοσίδης, Άννα Αντωνίου (εθελοντές)

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Θεακρίνος: Μήδεια

Μια σπουδαία παράσταση παρακολουθήσαμε στο Αμφιθέατρο Σχολής Τυφλών, την Μήδεια μια συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου Κροατίας στο Ζάγκρεμπ, των Pandur Theaters της Σλοβενίας και του Καλοκαιρινού Φεστιβάλ Dubronvik της Κροατίας. Μια σπουδαία παράσταση που προσέγγισε την Μήδεια -σαν μύθο και όχι τόσο σαν έργο- τόσο εικαστικά όσο και δραματουργικά. Ο σκηνοθέτης επέλεξε να “αλλάξει” την τραγωδία και να επέμβει με τόλμη στην πλοκή, όπως ακριβώς έκανε και ο Ευριπίδης με τους μύθους.

Πρώτον ο Χορός δεν αποτελείται από γυναίκες της Κορίνθου αλλά από άντρες, Αργοναύτες! Έτσι η Μήδεια βρίσκεται στο απόγειο της συμφοράς της, είναι περικυκλωμένη από άντρες και αντρικά μυαλά, είναι η μοναδική γυναίκα επί σκηνής. Αυτό την κάνει να ξεχωρίζει, όπως ξεχώρισε ως βάρβαρη μάντισσα στην Ελλάδα, όμως τώρα ως η μόνη γυναίκα στη σκηνή την κάνει και μοναδική.

Η Μήδεια ανάχθηκε στον μέγιστο συμβολισμό. Δεν τίθεται θέμα αν η Μήδεια είναι θύμα ή ήρωας, ερωτήματα που είχα στις περσινές Μήδειες. Η Μήδεια δεν είχε άλλη επιλογή από το να σκοτώσει τα ίδια της τα παιδιά και να αποχωρήσει ταπεινωμένη και μόνη από μια χώρα η οποία κρίθηκε ανίκανη να την σεβαστεί και να την δεχτεί. Η Μήδεια περικυκλωμένη από το -φαινομενικά- ισχυρό ανδρικό στοιχείο γίνεται κι αυτή άντρας, κοινωνικά τουλάχιστον, και μόνο για αυτόν τον λόγο οι πράξεις της έχουν επενέργεια στον Ιάσονα.


Η εμφάνιση του Ιάσονα και η ερμηνεία του αποδεικνύουν περίτρανα την θέση αυτή. Ο Ιάσονας εμφανίζεται όχι στερεοτυπικός αλλά θεμιτός για την εποχή του άντρας. Είναι ευθύς, όπως και η Μήδεια. Και σε αυτή την παράσταση Ιάσονας και Μήδεια ήταν ίσος προς ίσο. Η σκηνική φόρμα, η στάση του σώματος, οι χειρονομίες και τα σκηνοθετικά τρικ με το τσιγάρο κάνουν τους δυο συγκρουόμενους χαρακτήρες ίσους αλλά η ζυγαριά κλίνει τελικά προς την Μήδεια γιατί είναι η μόνη που κατανοεί πραγματικά τη δύναμή της.

Η ερμηνεία της Μήδειας, από την άλλη, ξεπέρασε κάθε άλλη Μήδεια. Ένας χαρακτήρας με ένα συνονθύλευμα αντιθετικών και συγκρουόμενων στοιχείων. Η καλή και στοργική μάνα, η αδίστακτη και απόλυτη μάνα, η εραστής και η γυναίκα, η καθωσπρέπει σύζυγος και η αχαλίνωτη γυναίκα, η πονόψυχη και αποφασισμένη. Δεν τίθεται θέμα αν είναι θύμα ή ήρωας ή φονιάς, τα παιδιά της ήταν δίπλα της σε κάθε στιγμή και τον φόνο τον έκανα μαζί, και οι τρεις τους.

Το δεύτερο σκηνοθετικό τόλμημα του σκηνοθέτη είναι η παρουσία των δυο γιων της Μήδειας και του Ιάσονα, του Φέρη και του Μέρμερου, οι οποίοι δεν είναι βωβοί χαρακτήρες, έχουν λόγια και είναι σπαραχτικοί χαρακτήρες. Αποχωρίζονται την μητέρα τους σε κάθε σκηνή, εκτός την τελευταία σκηνή, αυτήν της δολοφονίας τους. Η δολοφονία επί σκηνής ήταν και αυτό τόλμημα, ποτέ δεν βλέπουμε φόνο επί σκηνής σε αρχαίο δράμα. Αυτός ο φόνος όμως δεν ήταν καθόλου βίαιος. Με τις χάρτινες σακούλες, με τις οποίες συνεπάγεται μόνο θάνατος από ασφυξία, ο φόνος γίνεται εν μέρει με τη συγκατάθεση των ίδιων των παιδιών της. Αυτό κάνει την Μήδεια λιγότερο ένοχη και περισσότερο περίπλοκη.

Η χρήση της μουσικής λειτούργησε υπέρ της απουσίας αυτούσιων κομματιών των χορικών ενώ η αρχή ανέδειξε τις επικοινωνιακές ικανότητες του Χορού και επιβεβαιώνοντας ξανά πόσο μικρό μπορεί να είναι το γλωσσικό εμπόδιο στο θέατρο. Τέλος ευρηματική έως και αριστουργηματική η χρήση του video-wall με ένα πρωτότυπο και εξαιρετικό concept. Η χρήση του νερού δένει την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος, οι Αργοναύτες ήταν ναύτες, έφθασαν με τον Ιάσονα και την Μήδεια στην Κόρινθο, τώρα δεν έχουν δουλειά αλλά είναι ακόμη εδώ, ίσως ένα νέο ταξίδι τους περιμένει;

Ταυτότητα της παράστασης:
Διασκευή: Ντάρκο Λούκιτς
Μετάφραση: Λάντα Καστέλαν
Σκηνοθεσία: Τομάζ Παντούρ
Screen play: Τομάζ Παντούρ, Λίβιγια Παντούρ
Δραματουργία: Λίβιγια Παντούρ
Σχεδιασμός σκηνικών: Σβεν Γιόνκε για NUMEN
Σχεδιασμός κοστουμιών: Ντάνιτσα Ντέντιγερ
Μουσική: SILENCE
Σχεδιασμός βίντεο: Ντόριγιαν Κολούντζιγια/ Γκαλέριγια 12+
Σχεδιασμός φωτισμού: Αντρέϊ Χαγιντινάκ
Σύμβουλος γλωσσικών θεμάτων: Τζούρτζα Σκάβιτς
Φωτογραφία: Άλιόσα Ρεμπόλ
Βοηθός σκηνοθέτης: Πάολο Τίσλιαριτς
Βοηθός δραματουργός: Μίρνα Ρουστέμοβιτς
Βοηθός σχεδιασμού κοστουμιών: Ζιένα Γκλαμότσανιν
Διεύθυνση σκηνής: Ρόκο Γκρμπιν

Παίζουν οι ηθοποιοί
Μήδεια: Άλμα Πρίτσα
Ιάσονας: Μπόγιαν Ναβόγιετς
Φύλακας του Χρυσόμαλλου Δέρατος: Λίβιο Μπαντούρινα
Φέρης: Ίβαν Γκλοβάτσκι
Μέρμερος: Ρομάνο Νίκολιτς
Αιγέας: Ντάμιρ Μαρκόβινα
Χορός - Αργοναύτες: Κρίστιγιαν Ποτότσκι, Άντρεϊ Ντόϊκιτς, Πέταρ Τσβίριν, Τόμισλαβ Κρστάνοβιτς, Γιούρε Ράντνιτς, Ίβαν Μάγκουντ, Άντριαν Πεζντίρτς, Ίβαν Όζέγκοβιτς.