Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2023

Βάκχες από το Εθνικό Θέατρο Ουγγαρίας

 

Το πώς προσεγγίζουμε την τραγωδία, ως προς τα αλλά δραματικά είδη, απασχολεί τους θεωρητικούς και πρακτικούς του θεάτρου από τότε που έκλεισε ο κύκλος του είδους, με την πτώση της αθηναϊκής πρωτο-δημοκρατίας. Άλλοι έμειναν πιστοί στο νεοκλασικό, μιμούμενοι την φόρμα, άλλοι μίλησαν για τον θάνατο της τραγωδίας, την αποξένωση του ανθρώπου από τις ορμές και τα ένστικτα του, την επικράτηση της λογικής, και άρα την αδυναμία ανασυγκρότησης και παράστασης του είδους.

Κάποιοι άλλοι θεωρητικοί και πρακτικοί όμως ήρθαν να καλύψουν αυτό το κενό της τραγωδίας του τότε και του θεάτρου του σήμερα, με μεθόδους και θεατρικές πρακτικές που μας φέρνουν πιο κοντά, τόσο στο είδος όσο και στον εαυτό μας, εξερευνώντας κυρίως τις απαρχές του θεάτρου, τις ιερές τελετές, και άρα την ανάγκη του ανθρώπου για θέατρο.

Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος δημιούργησε την δική του μέθοδο, κτίζοντας πάνω σε θεωρίες για την τραγωδία. Η μέθοδος αυτή βασίζεται στην βασικότερη λειτουργία του ανθρώπου, την αναπνοή, η οποία και συντονίζει το σώμα μας αλλά και τις νοητικές μας ικανότητες. Μέσα από αυτή την σωματική άσκηση ο ηθοποιός ρίχνει τις άμυνες του (την λογική που «λογοκρίνει» τα συναισθήματα, τις ορμές και τις πράξεις μας) και καταφέρνει ο ηθοποιός να μην δρα αμιγώς εγκεφαλικά, αλλά οργανικά. Κάθε παράσταση του Τερζόπουλου -όσοι είχαν την εμπειρία και των Τρωάδων στην Πάφο το 2017 θα θυμούνται- είναι μια τελετουργία, οριακά μυητική.

Φωτογραφία από την παράσταση: Zsolt Eöri-Szabó

Η έκτη στη σειρά αναμέτρηση του σκηνοθέτη με την τραγωδία του Ευριπίδη καταφέρνει να αναδείξει το έργο ως ένα τολμηρό πολιτικό, υπαρξιακό και, τολμώ να πω, αντιπολεμικό έργο. Οι Τρωάδες, φύσει αντιπολεμικό έργο, ήταν μια πολυεθνική παραγωγή που υπέβαλλε και την πολιτική του χροιά. Στις Βάκχες όμως τα σχήματα και οι φόρμες επιτονίζουν την αφώτιστη πολιτική και την συγκυριακή αντιπολεμική πτυχή της συγκεκριμένης τραγωδίας: ηχητικά όπλων, σειρήνες, οι μπότες ως σκηνικό, το αίμα, ο "θρόνος", ο Πενθέας κομμάντο κτλ.

Η παράσταση αποκτά μεγαλύτερη σημασία και για όσους ξέρουν, νιώθουν ή αντιλαμβάνονται ότι ο Τερζόπουλος αναμετριέται με την ίδια του την θεωρία, την πάλη της λογικής και της έκστασης, έχοντας τον ίδιο τον Διόνυσο επί σκηνής, και κάνει την παράσταση ακόμα μια κατάθεση σε ένα οντολογικό, υπαρξιακό επίπεδο, μια παγκόσμια και όχι Θηβαϊκή, μια αρχέγονη και όχι ελληνική, μια συλλογική και όχι ατομική ιστορία. Αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Τερζόπουλος σκηνοθέτησε το έργο αυτό στην Ουγγαρία του Όρμπαν, κάνει την παράσταση ακόμα πιο τολμηρή.

Επιπλέον οι Βάκχες αυτές είχαν χιούμορ, παρόμοια με τις Τρωάδες. Ίσως στις Τρωάδες είναι ο Ευριπίδης που κλείνει το μάτι στον θεατή/πολίτη με τα λόγια της Ελένης, λόγου χάρη, όμως εδώ το χιούμορ υποβάλλεται: η τζαζ μουσική, το σκηνικό του αιμοδιψή άρχοντα, η συγκεκριμένη αμφίεση του Πενθέα κάτω από την στολή του κομάντο-βομβιστή κτλ.

Για τον Χορό, του οποίου το όνομα φέρει η τραγωδία, τώρα δύο λόγια. Οι Βάκχες δεν ήταν καταρχάς αποκλειστικά γυναίκες, ο Χορός -φοιτητές πανεπιστημιακών δραματικών σχολών- δεν μαινόταν επιφανειακά, δεν ήταν αυτό που έχουμε ξαναδεί σε άλλες παραστάσεις, είναι αυτό που έχουμε ξαναδεί όμως στις Τρωάδες. Σχεδόν όλο το έργο βασίζεται πάνω τους. Μέσω της μη-(ανα)παράστασης το έργο αποκτά κι ένα Μπρεχτικό χαρακτηριστικό θα έλεγε κανείς: το κεφάλι του Πενθέα δεν βρίσκεται πουθενά όταν η Αγαύη βγαίνει έξω, όμως δεν την κάνει λιγότερο τραγική. Αυτές οι Βάκχες δεν ήταν "Βάκχες", δεν χρειαζόταν κιόλας, αλλά ήταν Χορός (οι Τρωάδες από την άλλη ήταν ταυτόχρονα και πρόσφυγες από σύγχρονες μοιρασμένες πόλεις, η συναισθηματικότητα έμπαινε στα πόδια μας ως ένα βαθμό, όμως στις Βάκχες -ίσως και λόγω της γλώσσας- υπήρχε μια έξτρα αποστασιοποίηση).

Ο Τερζόπουλος καταφέρνει να "πείσει" τον Δραματουργό και τους ηθοποιούς να ακολουθήσουν την σκηνοθετική γραμμή -και μέθοδο- του. Ο ίδιος υπογράφει τη σκηνογραφία και τα φώτα, συνεργάστηκε με τον "οικείο" Βελιανίτη στη μουσική και με τον σταθερό του συνεργάτη Σάββα Στρούμπο. Αν και δεν επέλεξε ακριβώς τους ηθοποιούς της παράστασης, όπως ο ίδιος δήλωσε σε μια συνέντευξή του στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων Θεάτρου, φάνηκαν όλοι πειθαρχημένοι και δοσμένοι στην παράσταση, έτοιμοι για ένα πειθαρχημένο και πρόθυμο κοινό, παρά τα βεγγαλικά από απέναντι ή άλλη διάσπαση της προσοχής μας, να ζήσουν και αυτή την ξεχωριστή εμπειρία.

 

Φωτογραφία από την υπόκλιση συντελεστών στην παράσταση στην Λευκωσία.

Συντελεστές της παράστασης

Μετάφραση: Gábor Devecseri

 Διασκευή/Δραματουργία: András Kozma

 Σκηνοθεσία: Θεόδωρος Τερζόπουλος

 Σκηνική εγκατάσταση/Κοστούμια/Σχεδιασμός φωτισμών: Θεόδωρος Τερζόπουλος

 Μουσική σύνθεση: Παναγιώτης Βελιανίτης

 Συνεργάτης Σκηνοθέτης: Σάββας Στρούμπος

 Βοηθός σκηνοθέτη: Gábor Vida

 Διερμηνέας: Παναγιώτα Λότσου

 Υποβολέας: Anikó Sütő

 Οδηγοί σκηνής: István Lencsés, Krisztián Ködmen

 Φωτογραφίες: Zsolt Eöri-Szabó

Διανομη:

 Διόνυσος: Roland Bordás

 Πενθέας: Péter Herczegh

 Αγαύη: Nelli Szűcs

 Κάδμος: Ádám Schnell

Τειρεσίας: József Szarvas

Αγγελιοφόρος Α’ (Βοσκός): Martin Mészáros

Αγγελιοφόρος Β’ (Φύλακας): József Varga

 Χορός, Γυναίκες του Παλατιού, Θρηνωδοί: (Φοιτητές υποκριτικής του Τμήματος Καλών τεχνών των Rippl-Rónai University και Szent István University) Battai Lili Lujza, Bognár Bence János, Duma Kata, Ionescu Raul Gabriel, Jakab Tamás, Juhász Péter, Kerék Benjámin Dominik, Kiss Anna Gizella, Krauter Dávid Róbert, Mikita Dorka Júlia, Polyák Anita, Puskás Balázs Ákos, Séra Dániel, Sipos Ilka, Soós Anett, Wettstein Márk, Winkler Tamás Ábel

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου