Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Θεακρίνος: Faust

Προσπαθώ εδώ και ώρα να κάνω μια συνοπτική περίληψη του Φάουστ του Γκαίτε και δεν τα καταφέρνω. Με τις περιλήψεις ποτέ δεν είχα καλή σχέση... Το πρώτο βιβλίο-μέρος του Φάουστ κυκλοφόρησε στις αρχές του 19ου αιώνα και βασίζεται στον μύθο του Δόκτορα Φάουστ, ενός υπαρκτού προσώπου του 15ου-16ου αιώνα, ο οποίος πούλησε τη ζωή του στον διάβολο. Υπήρξαν αρκετές διαφορές της παράστασης σε σχέση με το έργο, όμως στο πρόγραμμα της παράστασης αναγράφεται ξεκάθαρα “ελεύθερα βασισμένο στο πρώτο μέρος της τραγωδίας του Γ.Β. φον Γκαίτε”.


Υπάρχει ένας πρόλογος στο κείμενο με τρία πρόσωπα: τον σκηνοθέτη, τον θεατρικό συγγραφέα και ένα “αστείο” πρόσωπο. Ο πρόλογος αυτός ήταν η εν σκηνή προετοιμασία των ηθοποιών, κατά την προσέλευση του κοινού; Όπως και να 'χει η σκηνή ήταν χωρίς λόγια. Μετά έχουμε την εμφάνιση του Μεφιστοφελή, όπου ηγείται μιας αόρατης συμφωνικής ορχήστρας και έπειτα, όταν εμφανίζεται στην σκηνή ο Φάουστ, γίνεται η σκιά του Φάουστ. Πάλι χωρίς λόγια. Η σκηνή απόγνωσης του Φάουστ και η απογοήτευση του από την γνώση, την επιστήμη (πτώση των βιβλίων) ήταν επίσης χωρίς λόγια.

Από την παράσταση απουσιάζει η αίσθηση της “συμφωνίας” του Φάουστ με τον Διάβολο, στο έργο ο Φάουστ υπογράφει με τον διάβολο μια συμφωνία: ο Μεφιστοφελής να υπηρετεί για όσο ζει τον ίδιο με αντάλλαγμα την ψυχή του. Στην παράσταση δόθηκε η αίσθηση της συμμόρφωσης.

Στη συνέχεια είναι η -άλογη και πάλι- σκηνή του κελαριού. Στο έργο ο Φάουστ εκφράζει την απαρέσκεια του για τους μεθυσμένους πελάτες του κελαριού, κάτι που γίνεται και στην παράσταση με την μη-συμμετοχή του στα όσα εκτυλίσσονται. Δεν υπάρχει όμως ο χαρακτήρας της ευγενούς κυρίας. Ο Μεφιστοφελής κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται σαν ζωά, ενστικτωδώς, εξού και η παρατεταμένη σκηνή σεξ και εναλλαγής συναισθημάτων (απουσία ηθικής).

Η απουσία λόγου και πλοκής (αλλά και κουρτίνας, ειδικά πριν την έναρξη) προκαλούν κάποιου είδους νευρικότητα στους θεατές -εκτός κι αν το 'χουν ξαναδεί το έργο- αλλά και στους ηθοποιούς. Τα πρώτα 30 λεπτά ήταν σχεδόν βασανιστικά, φορτικά. Όταν ο λόγος υπεισέρχεται στην παράσταση γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να δοθεί η αίσθηση ότι το έργο δεν είναι ένα λαϊκό ανάγνωσμα ή ανάγνωσμα για την παραλία. Το έργο έχει μια βαρύτητα και στην παράσταση η βαρύτητα δόθηκε στο “κείμενο”, στην ομιλία (η διπλή επανάληψη του “Γεια!” από τον Φάουστ και την Μαργαρίτα, η απάντηση-μονόλογος του Φάουστ στην ερώτηση του Μεφιστοφελή). Το τρίπτυχο κίνηση-φωτισμός-ομιλία με παραπέμπουν σε παραστάσεις του Robert Wilson.

Η παράσταση αυτή φαίνεται να είναι μια επικών διαστάσεων "εικαστίκ" απόδοση του Φάουστ του Γκαίτε. Χρειαζόταν ή όχι μια πιο έντονη φιλοσοφική νύξη; Δεν ξέρω, αυτό εναπόκειται στον θεατή. Ο Φάουστ είναι ο μέσος άνθρωπος, ο λογικός που διψά για γνώση, ο ιδεαλιστής (εραστής της πραγματικότητας) αλλά και ο ανικανοποίητος. Δεν είναι ο Μεφιστοφελής το alter ego του Φάουστ; Είναι ο μηδενιστής εαυτός μας, με αυτοκαταστροφικές τάσεις και σε καμία περίπτωση δεν έχει θεολογικό χαρακτήρα διαβόλου. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί σκηνοθέτες επιλέγουν τον Μεφιστοφελή να έχει κέρατα ή να κουτσαίνει, στην παράσταση αυτή όμως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο, δόθηκε αντιθέτως έμφαση στην “ανθρώπινη” πλευρά του Μεφιστοφελή.

Με λιγότερη αμφιβολία μπορώ να πω ότι θα μπορούσε να δοθεί περισσότερη έμφαση στην τραγωδία της Μαργαρίτας. Το έργο του Γκαίτε είναι χωρισμένο σε δυο βασικά μέρη: στην Τραγωδία του Φάουστ και στην Τραγωδία της Μαργαρίτας. Η Μαργαρίτα είναι μια γυναίκα, αυτήν που επιθυμεί ο Φάουστ. Αυτός ο έρωτας είναι πηγή κακών. Μένει έγκυος, ο Φάουστ σε μια μονομαχία με τον αδερφό της τον σκοτώνει, δηλητηριάζεται η μητέρα της, η Μαργαρίτα σκοτώνει το παιδί της και τελικά πεθαίνει. Κατ' εμέ πάντα τα κακά που βρήκαν την Μαργαρίτα ίσως να πέρασαν γρήγορα... δραματουργικά 

 
Ερμηνευτικά δεν υπήρχε συμβιβασμός με τίποτα λιγότερο από το πολύ καλό και άριστο. Άνετη και συγχρονισμένη κίνηση επί σκηνής σημαίνει τέλεια συνεργασία (ειδικά στην σκηνή όπου συναντώνται Μεφιστοφελής και Φάουστ). Όλοι οι κύριοι ηθοποιοί είχαν τους δικούς τους “μανιερισμούς” χωρίς όμως υπερβολές: συγκρατημένος σαν χαρακτήρας και ερμηνευτικά ο Χριστόδουλος Μαρτάς, η αιθέρια μορφή της Μαργαρίτας αποδόθηκε από την Τζωρτζίνα Τάτση, ο Νεκτάριος Θεοδώρου ήταν άνετος επί σκηνής και φαινόταν effortless, το ιντερμέδιο της Μαρίνας Βροντή ήταν αξιαγάπητο και απλά ευχάριστο και ο Προκόπης Αγαθοκλέους που φαίνεται να ξεδιπλώθηκε αρκετά για να φτάσει στο Μεφιστοφελή. Ήταν, συνοπτικά, μια αριστουργηματική υλοποίηση της σύλληψης του έργου.

Ταυτότητα της παράστασης:
Σκηνοθεσία: Στέφανος Δρουσιώτης
Σύνθεση κειμένου: Στέφανος Δρουσιώτης, Κωνσταντίνος Μελίδης
Δραματουργία: Κωνσταντίνος Μελίδης
Σκηνικά: Κωνσταντίνα Ανδρέου
Κοστούμια – ενδυματολογία: Αντρέας Ζεν
Φωτισμοί: Παναγιώτης Μανούσης
Εικαστική επιμέλεια: Κύνθια Λιβανίου
Μουσική επιμέλεια: Στέφανος Δρουσιώτης
Επιμέλεια κίνησης: Αριάνα Μαρκουλίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρίνα Βροντή
Διεύθυνση φωτογραφίας: Μάριος Στυλιανού
Μοντάζ: Ζωή Αλεξάνδρου
Animation: Ευγενία Μαδιάνου
Επεξεργασία ήχου: Χάρης Νικολάου

Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:
Χριστόδουλος Μαρτάς, Προκόπης Αγαθοκλέους, Τζωρτζίνα Τάτση, Νεκτάριος Θεοδώρου, Μαρίνα Βροντή, Μαρίνα Αργυρίδου, Αριάνα Μαρκουλίδου, Έλενα Αντωνίου, Αλέξανδρος Αχτάρ

Πλήθος: Ανδρονίκου Ειρήνη, Αντωνίου Γιώτα, Αντωνίου Σταυριάνα, Αριστοτέλους Δήμητρα, Αστραίου Ζέτα, Βάλβη Μαρία, Δημητρίου Μελίνα, Ευσταθίου Βίκυ, Καραγιώργη Ειρήνη, Κριστ Αλεξάνδρα, Κυριάκου Κατερίνα, Κωνσταντίνου Ντία, Λιβέρδος Χριστόφορος, Μεστάνας Φειδίας, Νικολάου Κωνσταντίνα, Νικολάου Σαββίνα, Noyer Benedicte, Παναγιώτου Ελευθερία, Παπαντωνίου Κυβέλη, Παντελή Ειρήνη, Παύλου Αντρέας, Πιερίδου Ηλιάνα, Σάββα Πολυξένη, Σουρμελής Θεόδωρος, Σωκράτους Ευαγγελία, Φιλίππου Κωνσταντίνα, Χριστοδούλου Λουκάς, Χριστοφή Βαρβάρα, Χριστοφίδη Δανάη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου